Τετάρτη 19 Ιουνίου 2013

Twitching Tongues - Astigmatism (Of The Phallic Muscle)

Does this pain deceive?
What have you done to me?
A fair warning would've been kind.

Got advice, but paid no mind.

Did you want to pick up the tab?
Do the right thing and sew up that slab.
Should've listened...

Should've listened...
You're a penny a dozen.

Made a few mistakes, but you're the one I'll remember forever.
I'm burning and learning my lessons.

You've got quite the nerve, every time I see or hear your name...
I've got an urge unlike any other, astigmatism of the phallic muscle.
Just kill me, I can't take this pain any longer.
You should be hurting with me, I shouldn't be hurting without you.

Made a few mistakes, but you're the one I'll remember forever.


I'm burning and learning my lessons.

Burn forever, bitch.

You took my breath away, then you took my life away.
Never seen you before, but oh...

You're quite the whore.
Not much left to say, but I'll say it anyway.
Only time will tell how soon it is you will burn in hell.

Made a few mistakes, but you're the one I'll remember forever.


I'm burning and learning my fucking lessons.

Bye bye, baby.

Σάββατο 15 Ιουνίου 2013

Μεθυσμένα Ξωτικά

Θέλω να σε χώσω στο μυαλό μου με τη μία
να δεις τα πράγματα έτσι όπως τα βλέπω κι εγώ
να νιώσεις την αδίστακτη και τραγική ειρωνεία
γι’ αυτό σου περιγράφω κάτι προσωπικό

Θέλω να σε χώσω στο μυαλό μου με τη μία
να δεις τα πράγματα έτσι όπως τα βλέπω κι εγώ
να νιώσεις την αδίστακτη και τραγική ειρωνεία
γι’ αυτό σου περιγράφω κάτι προσωπικό

Ήταν ένα μεσημέρι με τον ήλιο ντάλα
που τ’ αλάνια μου ονειρευόνταν ακρογιάλια
κι ανοίγανε τα μάτια και βλέπανε τσιμέντο
παντού, ριζάτα κου φιλτε μου

Και θέλανε τα πάντα ν’ αρχίσουν να γκρεμίζουν
μ’ αντί γι’ αυτό την πρασινάδα ποτίζουν
να μεγαλώσει και προσωρινά το γκρίζο να κρύψει
μα εκείνη θέλει πρώτα το μυαλό τους να στίψει

Μέχρι να μείνει αόρατος αυτός στο καμουφλάζ
κι ας είναι ο κόσμος όλος ένα απέραντο γκαράζ
μα άσ’ τα να πάνε μ’ έπιασε πολυλογία
κΚι ήθελα λέει να σε χώσω στο μυαλό μου με τη μία

Και πάνω που `χα αρχίσει να πιάνω τον ειρμό
τι ειρωνεία για ένα ρεφρέν σταματώ

Θέλω να σε χώσω στο μυαλό μου με τη μία
να δεις τα πράγματα έτσι όπως τα βλέπω κι εγώ
να νιώσεις την αδίστακτη και τραγική ειρωνεία
γι’ αυτό σου περιγράφω κάτι προσωπικό

Θέλω να σε χώσω στο μυαλό μου με τη μία
να δεις τα πράγματα έτσι όπως τα βλέπω κι εγώ
να νιώσεις την αδίστακτη και τραγική ειρωνία
γι’ αυτό σου περιγράφω κάτι προσωπικό

Περνάνε και με πέρνουνε λοιπόν για περαντζάδα
σίγουρα πάντως όχι για να δούμε τη λιακάδα
Τους είχε καρφωθεί η φούντα στο μυαλό
αιχμάλωτοι στον ψυχολογικό εθισμό

Φτάνουμε μ’ ανάποδα στον τόπο του κακού
σε μία πλατεία απ’ τις τελείως ου
Αρχίσαν τα δικά τους για άλλη μια φορά
ξενέρωτος πως είμαι πως χαλάω την παρέα

Είχαν κουραστεί, δεν επέμεναν πολύ
Αρχίσαν τα σαλιώματα χαρτί με χαρτί
Ειρωνεία στην ειρωνεία άλλη μία κι εδώ
Οι μπαμπάδες τους τους μάθαιναν να φτιάχνουν αητό

Αρχίζει ν’ αλαφραίνει μια σακούλα βαριά
που μού `φερε στη σκέψη δικαστήρια πολλά
Τι το `θελα κι εγώ με τις σκέψεις το κακό
Πάω να γυρίσω κι αντικρίζω μπατσικό

Είδα τη ζωή μου όλη ντεζαβού
ενώ ο διπλανός είχε αντίδραση ασβού
Ρίχνω αμέσως σήμα και το παίζω και καλά
μα είμαι σίγουρος οι πούστηδες μας πήραν μυρουδιά

Ο στρίφτης ο καλός τα πετάει όλα με μια
Μα η γόπα στο αυτί καμάρωνε για τα καλά
Πάει να το παίξει άνετος
Ανοίγει το πακέτο
Μα μέσα του τη φύλαγε λουλούδι σπαρμαντσέτο

"Καλησπέρα"
"Γεια α α α"

Σα μια συμφωνική με μια παραφωνία
τα κάναμε πουτάνα τρεμάμενες φωνές
μα οι μπάτσοι απ’ τους εχθρούς
προτιμούν τους θεατές

Απέναντι στον ίσκιο δυο πρόσφυγες αράζαν
μ’ ένα ραδιοφωνάκι την κούραση ησυχάζαν
ξυπόλυτοι κι αδύνατοι, μα πάντα ευγενικοί
αγαπητές φιγούρες σε λάθος εποχή

Γαμόψυχοι οι μπάτσοι πηγαίνουν προς τα κει
Αρχίζουν τις κλωτσιές με μια γνωστή αφορμή
"Εμπρός κωλοαλβανοί φευγάτε από δω"
"Γεια σας μάγκες απόγευμα καλό"

Κρατάμε ο ένας τον άλλον κανείς μη σηκωθεί
σ’ αυτό το κωλοσύστημα χαμένος ποιος θα βγει
αυτός που υπερασπίζεται τον πατριωτισμό
ή όποιος σημαία ψάχνει όταν τον πάει τσιρλιό

Ορκίζομαι το ένιωσα εκείνη τη στιγμή
Αν ήμουν δολοφόνος δε θα `χα ενοχή
Όμως να εκδικηθώ θα μου δοθεί ευκαιρία
Δεν είναι μακριά η επόμενη πορεία

Για μένα είναι ένας πόλεμος
καλό αυτό ή κακό
Έτσι την έχω δει μέσα απ’ αυτά που ζω
Τα μάτια αδικημένων υγρά κι απορημένα
Θα πρέπει κάποια απαίτηση να έχουν κι από μένα

Θέλω να σε χώσω στο μυαλό μου με τη μία
να δεις τα πράγματα έτσι όπως τα βλέπω κι εγώ
να νιώσεις την αδίστακτη και τραγική ειρωνεία
γι’ αυτό σου περιγράφω κάτι προσωπικό

Θέλω να σε χώσω στο μυαλό μου με τη μία
να δεις τα πράγματα έτσι όπως τα βλέπω κι εγώ
να νιώσεις την αδίστακτη και τραγική ειρωνεία
γι’ αυτό σου περιγράφω κάτι προσωπικό

Πέρα απ’ την ειρωνεία αυτή καθεαυτή
Για σκέψου πως θα ήτανε αλλιώς αν είχαν’ ρθει
Για σκέψου να με δένανε χωρίς καν να `χω πιει
και μια ζωή να έσερνα την στάμπα χασικλή

Για σκέψου οι μετανάστες να `χαν τσαμπουκαλευθεί
και πίσω σ’ ένα πόλεμο να `χαν απελαθεί
Για σκέψου αν σκεφτείς πολύ μπορεί να τρελαθείς
Καλύτερα ν’ αντέξεις για να αντισταθείς

Για να σε βοηθήσω και να εξιλεωθώ
σου αφήνω ένα φινάλε με χαμόγελο πικρό
Έτσι λοιπόν το ρίχνω λιγάκι στο μελό
Θυμήθηκα την γκόμενα που είδα στο μετρό

Που ξέρεις ίσως να `ναι αυτή το άλλο μου μισό
μα ο ελεγκτής μου χώθηκε πριν να χωθώ εγώ
Με μια καρδιά μισή πού πάω εγώ πορεία
μα τώρα που το σκέφτηκα μου λύνω απορία

Ίσως να `ναι καλύτερα που’ναι μισή από μία
μπορεί να μην την άντεχα την τόση ειρωνεία

Έτσι να σε ξαφνιάσω σου χώνω άλλη μία
Οι μπάτσοι όταν έφυγαν τα σκάγαν τρία τρία
Η φούντα ίσως σβήσει την οργή απ’ το μυαλό τους
Γι’ αυτό πάω να τρατάρω και για λογαριασμό τους

...

Κύκλους κάνει το μυαλό μου
κι αρρωσταίνω στη ψυχή μου
κρύο να με τρώει νιώθω
χάνω τη ζωή μου.

Χαραγμένη στο μυαλό μου
μια φανταχτερή πληγή μου
ψάχνω τρύπα για να φύγω
από το κορμί μου.

Είναι μέρες που σου βγαίνουν
είναι μέρες που δε βγήκαν
κι όλα αυτά που σε τρελαίνουν
δίπλα σου βρεθήκαν
Θλιβερό σε καταφέραν
λίγο λίγο σ' αρρωστήσαν
κι απομονωθήκαν όλοι
όσοι σ' αγαπήσαν.

Ξεφεύγω κι όλο λέω πως κοιτάζω μπροστά
και μένω στεγνός και είμαι αριθμός
οι μέρες μου περνάνε σα θλιμμένη σκιά
φαντάζω σωστός, δεν είμαι σωστός.

Κρατήθηκα από πάντα καρφωμένος καλά
και τώρα αργώ, τώρα ακροβατώ
το νιώθω και το ξέρω πως πατάω χαλαρά
στων άλλων το φως, σε ξένων το φως.

Ξεφεύγω κι όλο λέω πως κοιτάζω μπροστά
και μένω στεγνός και είμαι αριθμός
οι μέρες μου περνάνε σα θλιμμένη σκιά
φαντάζω σωστός, δεν είμαι σωστός

Συνήθεια νομίζω πως κρατάω κακιά
να παίρνω διαρκώς καινούρια στολίδια
να κόβομαι στα δύο, να ζητάω ματιά
στα σκουπίδια.

Κύκλους κάνει το μυαλό μου
κι αρρωσταίνω στην ψυχή μου
γύρω να με τρώει νιώθω
χάνω τη ζωή μου
Χαραγμένη στο μυαλό μου
μια φανταχτερή πληγή μου
ψάχνω τρύπα για να φύγω
από το κορμί μου
Τώρα μοιάζω κουρασμένος
τώρα κάτι μ' εκδικείται
τώρα το μυαλό μου ξένους
μοιάζει να μιμείται
Καταστρέφω το μυαλό μου
κι αρρωσταίνω στην ψυχή μου
ψάχνω τρύπα για να φύγω
από το κορμί μου...

The Great Lover

I have been so great a lover: filled in days
So proudly with the splendor of Love's praise,
The pain, the calm, and the astonishment,
Desire illimitable, and still content,
And all dear names men use, to cheat despair,
For the perplexed and viewless streams that bear
Our hearts at random down the dark of life.
Now, ere the unthinking silence on that strife
Steals down, I would cheat drowsy Death so far,
My night shall be remembered for a star
That outshone all the suns of all men's days.
Shall I not crown them with immortal praise
Whom I have loved, who have given me, dared with me
High secrets, and in darkness knelt to see
The inenarrable godhead of delight?
Love is a flame: -we have beaconed the world's night.
A city: - and we have built it, these and I.
An emperor: -we have taught the world to die.
So, for their sakes I loved, ere I go hence,
And the high cause of Love's magnificence,
And to keep loyalties young, I'll write those names
Golden forever, eagles, crying flames,
And set them as a banner, that men may know,
To dare the generations, burn, and blow
Out on the wind of Time, shining and streaming....

These I have loved:
White plates and cups, clean-gleaming,
Ringed with blue lines; and feathery, fairy dust;
Wet roofs, beneath the lamp-light; the strong crust
Of friendly bread; and many-tasting food;
Rainbows; and the blue bitter smoke of wood;
And radiant raindrops couching in cool flowers;
And flowers themselves, that sway through sunny hours,
Dreaming of moths that drink them under the moon;
Then, the cool kindliness of sheets, that soon
Smooth away trouble; and the rough male kiss
Of blankets; grainy wood; live hair that is
Shining and free; blue-massing clouds; the keen
Unpassioned beauty of a great machine;
The benison of hot water; furs to
touch;
The good smell of old clothes; and other such-
The comfortable smell of friendly fingers,
Hair's fragrance, and the musty reek that lingers
About dead leaves and last year's ferns....
Dear names,
And thousand others throng to me! Royal flames;
Sweet water's dimpling laugh from tap or spring;
Holes in the ground; and voices that do sing:
Voices in laughter, too; and body's pain,
Soon turned to peace; and the deep-panting train;
Firm sands; the little dulling edge of foam
That browns and dwindles as the wave goes home;
And washen stones, gay for an hour; the cold
Graveness of iron; moist black earthen mold;
Sleep; and high places; footprints in the dew;
And oaks; and brown horse-chestnuts, glossy-new;
And new-peeled sticks; and shining pools on grass; -
All these have been my loves. And these shall pass,
Whatever passes not, in the great hour,
Nor all my passion, all my prayers, have power
To hold them with me through the gate of Death.
They'll play deserter, turn with the traitor breath,
Break the high bond we made, and sell Love's trust
And sacramental covenant to the dust.
Oh, never a doubt but, somewhere, I shall wake,
And give what's left of love again, and make
New friends now strangers . . . .
But the best I've known
Stays here, and changes, breaks, grows old, is blown
About the winds of the world, and fades from brains
Of living men, and dies.
Nothing remains.
O dear my loves, O faithless, once again
This one last gift I give: that after men
Shall know, and later lovers, far-removed
Praise you, " All these were lovely"; say, "He loved."



Rupert Brooke

Τετάρτη 12 Ιουνίου 2013

ΟΠΩΣ ΣΑΝ...

Όπως τα φώτα στη βροχή τριγύρω απλώνουν...

 
Xάνουν την αίγλη τους σαν `ρθεί το πρωινό.


Όπως ματώνει το κορμί που το πληγώνουν
και σαν της κάθε Κυριακής το δειλινό.


Όπως της άγουρης ζωής το πρώτο Δράμα, 
του τελευταίου του φιλιού το μυστικό.


Σαν άδειο σπίτι που φυλάκισε ένα κλάμα, 
σα να εμφάνισες κομμένο αρνητικό.